Κόκκινο ελάφι

Επιστημονικό όνομα: Cervus elaphus

Περιγραφή

Parnitha 1-222Το κόκκινο ελάφι είναι το μεγαλύτερο από τα δύο είδη ελαφιών της χώρας μας (το άλλο είναι το πλατώνι - Dama dama), με σώμα επίμηκες και στενό, μήκους περίπου 2 μέτρων και ύψους 1,5 μέτρου. Το βάρος του μπορεί να φθάσει τα 300 κιλά. Ζει περίπου 15 έτη και έχει πολύ καλή ακοή, όσφρηση και όραση, μακρύ λαιμό, πλατύ στέρνο και πόδια ψηλά και δυνατά. Τα ενήλικα άτομα, το καλοκαίρι έχουν κοντό τρίχωμα, καφεκόκκινου χρώματος στο οποίο οφείλουν και την ονομασία τους, ενώ τον χειμώνα έχουν μακρύτερο τρίχωμα με γκρίζα απόχρωση. Η περιοχή γύρω από τη βάση της ουράς είναι λευκή ή λευκοκίτρινη, ενώ η ουρά είναι πολύ μικρή και έχει κιτρινωπό χρώμα όπως και η κοιλιά και το εσωτερικό των ποδιών του. Το θηλυκό ωριμάζει αναπαραγωγικά στην ηλικία των 2 ετών και είναι μικρότερο σε μέγεθος από το αρσενικό που, συνήθως, ωριμάζει αναπαραγωγικά ένα έτος αργότερα.

Αξιοπρόσεκτο γνώρισμα του κόκκινου ελαφιού είναι τα κλαδοκέρατα, που υπάρχουν μόνο στα αρσενικά και φθάνουν σε μήκος έως και το 1 μέτρο. Τα πρώτα κέρατα εμφανίζονται σε ηλικία 8 μηνών. Έχουν μήκος 25 - 30 εκατοστά, είναι χωρίς διακλαδώσεις και καλύπτονται από λεπτό βελούδινο περίβλημα. Στην αρχή είναι μαλακά, αργότερα όμως ξηραίνονται, σκληραίνουν και απορρίπτουν το βελούδινο περίβλημά τους. Έως την ηλικία περίπου των 6 ετών, ο αριθμός των διακλαδώσεων αποτελεί στοιχείο μέτρησης της ηλικίας, ενώ για μεγαλύτερες ηλικίες η μέθοδος δεν θεωρείται αξιόπιστη.

Το κόκκινο ελάφι ζει σε δάση, κυρίως αείφυλλων πλατύφυλλων, ακόμη και μικτά, χωρίς υποόροφο, αλλά με άφθονα διάκενα, μακριά από ανθρώπινες δραστηριότητες. Το καλοκαίρι ανεβαίνει στις υψηλές κορυφές των βουνών, όπου τρέφεται κυρίως με ποώδη φυτά, ενώ τον χειμώνα κατεβαίνει χαμηλότερα και τρέφεται με φύλλα και κλαδιά δρυός, καστανιάς, φράξου, ιτιάς κ.λπ.

Λόγω των ανθρωπογενών επιδράσεων, το κόκκινο ελάφι μετατράπηκε από ημερόβιο σε σχεδόν νυκτόβιο είδος. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, πρόκειται για είδος κοινωνικό που ζει σε αγέλες: τα αρσενικά σχηματίζουν ανεξάρτητες αγέλες, ενώ τα θηλυκά συνοδεύονται πάντοτε από τα μικρά τους ηλικίας 1 - 3 ετών. Στις ομάδες των θηλυκών, την ηγεσία έχει το πιο ηλικιωμένο άτομο το οποίο είναι υπεύθυνο για την προστασία των υπολοίπων. Έτσι, όταν παρουσιασθεί κίνδυνος προειδοποιεί με κραυγές και τότε η αγέλη τρέπεται σε φυγή με οργανωμένο τρόπο. Ο αρχηγός οδηγεί την ομάδα, ενώ το δεύτερο ισχυρότερο άτομο μένει τελευταίο. Στις αρσενικές αγέλες παρατηρείται μια απλή συνάθροιση χωρίς καμιά οργάνωση και φυσικά τυχαίος διασκορπισμός σε περίπτωση κινδύνου.

Μεγάλες αλλαγές στις αγέλες επέρχονται κατά την περίοδο της αναπαραγωγής, συνήθως από τα μέσα Σεπτεμβρίου έως τα μέσα Οκτωβρίου. Κατά την εποχή αυτή, ο λαιμός των αρσενικών διογκώνεται, σχηματίζοντας τη γνωστή «χαίτη». Τα αρσενικά διαλέγουν κατάλληλες θέσεις αναπαραγωγής τις οποίες σημαδεύουν και, ακολούθως, με συνεχείς και έντονες κραυγές προσπαθούν να προσελκύσουν θηλυκά για να σχηματίσουν το «χαρέμι» τους. Ο αριθμός των θηλυκών σε κάθε χαρέμι κυμαίνεται από 8 έως 10 άτομα, αν και ορισμένες φορές μπορεί να φθάσει και τα 50. Τα αρσενικά δίνουν πολύ σκληρές μάχες για να υπερασπισθούν την περιοχή τους, οι οποίες συχνά μπορεί να καταλήξουν στον θάνατο του ενός και σπανιότερα και των δύο αντιπάλων.

Κατά το τέλος της αναπαραγωγικής περιόδου, τα αρσενικά είναι πολύ εξαντλημένα και φροντίζουν να τραφούν καλά για να ανακτήσουν τις δυνάμεις τους, ενώ τα θηλυκά δημιουργούν ξανά τις παλιές αγέλες τους. Η κύηση διαρκεί 8 μήνες και τα μικρά, συνήθως ένα και σπανιότερα δύο, γεννιούνται περίπου στα τέλη Μαΐου ή στις αρχές του Ιουνίου.

Στους φυσικούς εχθρούς του κόκκινου ελαφιού συγκαταλέγονται διάφορα σαρκοφάγα θηλαστικά. Ειδικότερα στην Ελλάδα, σπουδαιότερος εχθρός του είναι ο λύκος. Ωστόσο, οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι για το είδος προέρχονται από ανθρώπινες δραστηριότητες που ασκούνται χωρίς έλεγχο στις περιοχές όπου ζει και επιφέρουν την υποβάθμιση, ακόμη και την καταστροφή των ενδιαιτημάτων του, πολλές φορές δε, και την άμεση θανάτωση των ζώων. Ειδικότερα όσον αφορά στον πληθυσμό του είδους στην Πάρνηθα, φαίνεται ότι οι πυρκαγιές και η λαθροθηρία είναι από τις σπουδαιότερες απειλές για την επιβίωσή του.

Εξάπλωση

Το κόκκινο ελάφι είναι είδος με ευρεία εξάπλωση στο βόρειο ημισφαίριο. Ζει σε ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη και την Ασία, από τη Σκανδιναβία έως την Κεντρική Ελλάδα και από την Πορτογαλία έως τα Ιμαλάια, στη Βόρεια Αφρική και στη Βόρεια Αμερική. Επίσης, έχει εισαχθεί στη Νότια Αμερική, στην Αυστραλία και στη Νέα Ζηλανδία.

Στην Ελλάδα, το κόκκινο ελάφι ήταν πολύ διαδεδομένο κατά το παρελθόν, κυρίως στη Βόρεια και Κεντρική Ελλάδα και στην Εύβοια. Σήμερα όμως, έχουν απομείνει μόλις δύο μεγάλοι φυσικοί πληθυσμοί του είδους, ένας στη Ροδόπη και ο μεγαλύτερος στην Πάρνηθα, όπου υπολογίζεται ότι υπάρχουν πάνω από 500 άτομα. Για την προστασία του, είχε ιδρυθεί εκτροφείο στη θέση Παλαιοχώρι της Πάρνηθας, έκτασης 300 στρεμμάτων, το οποίο όμως καταστράφηκε από τη μεγάλη φωτιά το καλοκαίρι του 2007.

Καθεστώς προστασίας

Το κόκκινο ελάφι περιλαμβάνεται στο Κόκκινο Βιβλίο των Απειλούμενων Σπονδυλόζωων της Ελλάδας με τον χαρακτηρισμό τρωτό είδος και προστατεύεται σύμφωνα με τη Σύμβαση της Βέρνης για τη διατήρηση της άγριας ζωής και του φυσικού περιβάλλοντος της Ευρώπης (1979).

 

Φωτογραφία:

Ελάφια στην Πάρνηθα | Φωτ. Αρχείο ΕΚΒΥ/Λάμπρος Λογοθέτης

Home   Close